αδραχτάς

αδραχτάς
ο [αδράχτι]
1. αυτός που κατασκευάζει ή πουλάει αδράχτια
2. μεγάλο αδράχτι ή απλώς αδράχτι
3. μεγάλο σιδερένιο αδράχτι που τό περιστρέφει η ανέμη
4. ο επιστροφέας, ο σπόνδυλος που στρέφεται μαζί με τον τράχηλο
5. ράβδος αγκυλωτή προς το επάνω μέρος, με την οποία μαζεύουν τα φραγκόσυκα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • αδραχτάς — ο αυτός που φτιάχνει αδράχτια …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αδράχτι — Σύνεργο κλωστικής με το οποίο γνέθουν. Α. λέγεται και ο σιδερένιος ή ξύλινος άξονας διαφόρων μηχανημάτων και το σιδερένιο ραβδί που αποτελεί τον κορμό της άγκυρας. Εκείνος που κατασκεύαζε και πουλούσε α. κλωστικής λέγεται αδραχτάς.Αδραχτάς… …   Dictionary of Greek

  • ιμαντόπους — (Ηimantopus himantopus). Επιστημονική ονομασία πτηνού της οικογένειας των ανωραμφιδών, της τάξης των χαραδριομόρφων. Οι κοινές ονομασίες του είναι καλαμοκανάς και αδραχτάς. Είναι διαδεδομένο στην κεντρική Ευρώπη, στις παραμεσόγειες περιοχές και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”