- αδραχτάς
- ο [αδράχτι]1. αυτός που κατασκευάζει ή πουλάει αδράχτια2. μεγάλο αδράχτι ή απλώς αδράχτι3. μεγάλο σιδερένιο αδράχτι που τό περιστρέφει η ανέμη4. ο επιστροφέας, ο σπόνδυλος που στρέφεται μαζί με τον τράχηλο5. ράβδος αγκυλωτή προς το επάνω μέρος, με την οποία μαζεύουν τα φραγκόσυκα.
Dictionary of Greek. 2013.